Τρίτη 30 Μαΐου 2017

ΔΕΥΤΕΡΑ 29 ΜΑΪΟΥ 2017(ΗΜΕΡΑ ΑΠΟΦΡΑΣ- ΜΝΗΜΗ ΠΤΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΤΡΙΤΗ 29 ΜΑΪΟΥ 1453).
ΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ "ΑΙΝΟΥΝΤΕΣ" ΚΑΙ "ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΣ"
ΤΙΜΗΣΑΝ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΑΥΤΗ ΜΕ ΜΙΑ ΥΠΕΡΟΧΗ ΔΡΑΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ "ΠΕΤΡΟΣ Ο ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΣ",Ο ΜΟΤΣΑΡΤ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ "Ο Πελοποννήσιος".
ΕΠΕΙΔΗ ΟΙ ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟ ΜΟΝΕΣ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΑΣ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΤΟ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΑΣ ΤΟ ΣΥΓΚΡΙΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ : Διανύουμε τίς τρείς τελευταίες μέρες ζωής της Ελληνικής Κωνσταντινούπολης. Οι Τούρκοι ετοιμάζουν τήν μεγάλη έφοδο καί κάθε βράδυ ανάβουν χιλιάδες φωτιές στό αχανές στρατόπεδό τους γιά νά ενσπείρουν τρόμο στίς καρδιές των αμυνομένων, ενώ παράλληλα μέ τά τύμπανα ακούγονται κραυγές μέχρι τό πρώτο φως της ημέρας. 27/05/1453 Ο Μωάμεθ Β” προτείνει στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να εγκαταλείψει την Πόλη με ανταλλάγματακάνει. Τήν τελευταία απόπειρα γιά διαπραγματεύσεις ΈΚΑΝΕ καί στέλνοντας τόν Ισμαήλ Χαμουζά πασσά, αφέντη της Σινώπης καί της Κασταμονής ο οποίος είχε καλές σχέσεις μέ τόν Παλαιολόγο, γιά νά του ζητήσει νά δεχτεί τούς όρους. ΚΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ «Τό δέ τήν πόλιν σοι δούναι ουκ εμόν εστίν ούτ’άλλου των κατοικούντων ενταύθα…».
Ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, αρνήθηκε να συνθηκολογήσει και να παραδώσει εθελοντικά τη διοίκηση της Κωνσταντινούπολης στους εχθρούς, έστω κι αν έβλεπε την επερχόμενη καταστροφή. Αρνήθηκε επίσης να εγκαταλείψει την πόλη, όπως του συνιστούσαν οι συγκλητικοί και ο πατριάρχης. «Μπορεί η απομάκρυνσή μου να είναι ευνοϊκή για μένα», απάντησε, «μου είναι όμως αδύνατο να φύγω. Πώς να αφήσω τις εκκλησίες του Κυρίου μας και το θρόνο και το λαό μου σε τέτοιο κακό;».
ΜΗΠΩΣ Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ ΟΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΕΚΕΙΝΗΝ ΤΟΤΕ ΑΛΛΑ ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΑΣ ΚΑΘΟΛΟΥ. ΠΡΟΤΑΣΣΟΥΜΕ ΤΟ ΙΔΙΟ ΦΡΟΝΗΜΑ Η ΤΗΝ ΑΒΕΒΑΙΗ  ΚΑΙ ΕΦΗΜΕΡΗ ΒΟΛΕΨΗ ΜΑΣ;
 ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ  ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ  ΑΥΤΟ "ΤΟ ΚΡΥΦΟ  ΣΧΟΛΕΙΟ"  ΤΟΥ  ΙΩΑΝΝΗ ΠΟΛΕΜΗ ΩΣ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ  ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΜΕΡΑΣ ΕΚΕΙΝΗΣ !Τὸ κρυφὸ σχολειό
Ἀπ᾿ ἔξω μαυροφόρ᾿ ἀπελπισιά,
πικρῆς σκλαβιᾶς χειροπιαστὸ σκοτάδι,
καὶ μέσα στὴ θολόκτιστη ἐκκλησιά,
στὴν ἐκκλησιά, ποὺ παίρνει κάθε βράδυ
τὴν ὄψη τοῦ σχολειοῦ,
τὸ φοβισμένο φῶς τοῦ καντηλιοῦ
τρεμάμενο τὰ ὀνείρατα ἀναδεύει,
καὶ γύρω τὰ σκλαβόπουλα μαζεύει.

Ἐκεῖ καταδιωγμένη κατοικεῖ
τοῦ σκλάβου ἡ ἁλυσόδετη πατρίδα,
βραχνὰ ὁ παπάς, ὁ δάσκαλος ἐκεῖ
θεριεύει τὴν ἀποσταμένη ἐλπίδα
μὲ λόγια μαγικά,
ἐκεῖ ἡ ψυχὴ πικρότερο ἀγροικὰ
τὸν πόνο τῆς σκλαβιᾶς της, ἐκεῖ βλέπει
τί ἔχασε, τί ἔχει, τί τῆς πρέπει.


Κι ἀπ᾿ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ψηλά,
ποῦ ἐβούβανε τὰ στόματα τῶν πλάνων,
καὶ ρίχνει καὶ συντρίβει καὶ κυλᾶ
στὴν ἄβυσσο τοὺς θρόνους τῶν τυράννων,
κι ἀπὸ τὴ σιγαλιά,
ποῦ δένει στὸ λαιμὸ πνιγμοῦ θηλιά,
κι ἀπ᾿ τῶν προγόνων τ᾿ ἄφθαρτα βιβλία,
ποῦ δείχνουν τὰ πανάρχαια μεγαλεῖα,

ἕνας ψαλμὸς ἀκούγεται βαθὺς
σὰ μελῳδίες ἑνὸς κόσμου ἄλλου,
κι ἀνατριχιάζει ἀκούοντας καθεὶς
προφητικὰ τὰ λόγια του δασκάλου
μὲ μία φωνὴ βαριά.
«Μὴ σκιάζεστε στὰ σκότη! Ἡ λευτεριὰ
σὰν τῆς αὐγῆς τὸ φεγγοβόλο ἀστέρι
τῆς νύχτας τὸ ξημέρωμα θὰ φέρει».






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου